- Μονέ, Κλοντ
- (Claude Monet, Παρίσι 1840 – Ζιβερνί 1926). Γάλλος ζωγράφος, της από της μεγαλύτερους καλλιτέχνες του 19ου αι. και της δημιουργούς του ιμπρεσιονισμού. Η ζωγραφική του διαμόρφωση πραγματοποιήθηκε στη Χάβρη. Εκεί γνώρισε τον Μπουντέν που τον ώθησε της τη ζωγραφική του υπαίθρου. Το 1857 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου ύστερα από μια διαμονή στην Αλγερία, επέστρεψε το 1862 και συνδέθηκε με αδελφική φιλία με τον Ρενουάρ, τον Σίσλεϊ και τον Μπαζίγ. Το επόμενο έτος, η περίφημη έκθεση του Μανέ στο Μαρτινέ εντυπωσίασε βαθιά τον καλλιτέχνη και τον επηρέασε της φαίνεται στην «Προσωπογραφία της Καμίλλης» που γνώρισε αρκετή επιτυχία στο Σαλόν του 1866. Παράλληλα ο Μ. εργαζόταν όλο και περισσότερο στο ύπαιθρο: στο Φοντενεμπλό και της ακτές της Νορμανδίας, στο Ονφλέρ (όπου συνάντησε τον Τζόνκιντ), στη Χάβρη (1866), στη Σεντ Αντρές (1867), στη Ντοβίλ (1868), στο Ετρετά, ζωγράφιζε τοπία με την τεχνοτροπία της σχολής της Μπαρμπιζόν και του Κορό, ενώ παράλληλα ενδιαφερόταν για τα αποτελέσματα που είχαν πετύχει ο Μπουντέν και ο Τζόνκιντ. Κατά το υπόδειγμα του Μανέ επιχείρησε μια μεγάλη σύνθεση με μορφές στο ύπαιθρο: το «Πρόγευμα στο γρασίδι» (1865) που παρέμεινε ατέλειωτο, αλλά τα συνθετικά στοιχεία του επανέλαβε ο ζωγράφος στον πίνακα «Γυναίκες στον κήπο» (1866, Παρίσι, Μουσείο Λούβρου), έργο που δεν έγινε δεκτό στο Σαλόν του 1867. Η αρχή της καλλιτεχνικής σταδιοδρομίας του Μ. υπήρξε τόσο δύσκολη, ώστε το 1868 τον οδήγησε σε απόπειρα αυτοκτονίας. Το 1869 εργάστηκε της όχθες του Σηκουάνα, πρώτα στο Σεν Μισέλ και ύστερα στο Αρζαντέιγ. Εκεί παρέμεινε έως το 1878, εκτός από ένα ενδιάμεσο ταξίδι στο Λονδίνο (όπου συνάντησε τον Πισαρό) και στην Ολλανδία. Στο Αρζαντέιγ χρησιμοποιούσε για εργαστήριο μια μεγάλη βάρκα που του επέτρεπε να μετακινείται στον ποταμό. Στην περίοδο αυτή η τεχνοτροπία του Μ. έγινε πιο ελεύθερη, η παλέτα του πιο ανοιχτή και χρησιμοποιούσε συχνότερα τα καθαρά χρώματα με χωρισμένες πινελιές για να αποδώσει της σκιές, της κυματισμούς του νερού και τη διαφάνεια του φωτός. Το 1874 έλαβε μέρος μαζί με τον Ντεγκά, τον Ρενουάρ, τον Πισαρό, τον Σεζάν κ.ά. στην πρώτη έκθεση των ιμπρεσιονιστών στο φωτογραφείο του Ναντάρ και συνέχισε να συμμετέχει σε της της επόμενες εκθέσεις εκτός από εκείνες του 1880, 1881 και 1886. Ο βαρύτατος χειμώνας του 1880 του ενέπνευσε μια σειρά έργων με θέμα το λιώσιμο του πάγου στον Σηκουάνα· το 1883 εγκαταστάθηκε οριστικά στο Ζιβερνί αλλά πραγματοποίησε μερικά ταξίδια στην Ιταλία (1883) στην Κυανή Ακτή και στο Εστάκ όπου συναντήθηκε με τον Σεζάν (1884). Γύρω στο 1889 άρχισε να δημιουργεί σειρές έργων με το ίδιο θέμα σε διάφορες ώρες της ημέρας για να συλλάβει της διαφορές του φωτός: οι «Θημωνιές» (1891), οι «Λεύκες της όχθες του Επτ» (1892) και κυρίως οι σαράντα περίπου πίνακες του «Καθεδρικού ναού της Ρουέν» ανήκουν σ’ αυτήν την κατηγορία των ερευνών. Ο Μ. είχε ήδη αποκτήσει μια σχετική φήμη και οικονομική άνεση: ταξίδεψε επανειλημμένα στο Λονδίνο ενδιαφερόμενος για τη ζωγραφική του Τέρνερ («Γουότερλου Μπριτζ», 1900), στη Νορβηγία (1895) και στη Βενετία (1908) και πλούτιζε συνεχώς της αναζητήσεις του με νέα θέματα. Μετά τον πόλεμο του 1914 αφιερώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στον μεγάλο κύκλο του με τα «νούφαρα», που είχε προετοιμάσει με πολυάριθμες σπουδές από το 1898, και ένα μεγάλο μέρος αυτού του κύκλου δώρισε το 1923 στο γαλλικό κράτος. Οι σπουδές αυτές είναι από τα ωριμότερα έργα του .
«Η δεξαμενή με τα νούφαρα», έργο του Γάλλου ζωγράφουθ Κλοντ Μονέ (Μουσείο του Εμπρεσιονισμού, Παρίσι).
Ο θαυμάσιος πίνακας του Κλοντ Μονέ «Γυναίκες στον κήπο» (1867), χαρακτηριστικός των αναζητήσεων του Γάλλου ζωγράφου (Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι).
Dictionary of Greek. 2013.